Σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης και μετεκπαιδεύτηκε στο Διδασκαλείο του ΠΤΔΕ Θεσσαλονίκης "Δημ. Γληνός". Στη συνέχεια, αποφοίτησε από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο Τμήμα και εκπόνησε διδακτορική διατριβή με θέμα Αρχαιολογικές Αφηγήσεις και Εκπαίδευση: Ανάλυση Περιεχομένου και Εικονογράφησης στα Σχολικά Εγχειρίδια του Δημοτικού.
Έχει εργαστεί ως ερευνητής σε ελληνικά και ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα και έχει σχεδιάσει και υλοποιήσει εκπαιδευτικά προγράμματα σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία (Προϊστορική Τούμπα Θεσσαλονίκης, Παλιάμπελα Κολινδρού, Τελόγλειο Ίδρυμα, Μουσείο Ύδρευσης Θεσσαλονίκης). Έχει λάβει μέρος με εισηγήσεις σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά συνέδρια. Το ερευνητικό και συγγραφικό του έργο προσανατολίζεται σε ζητήματα διδακτικής της ιστορίας, μουσειοπαιδαγωγικής και αρχαιολογικής εκπαίδευση.
Η Ευαγγελία Κυριατζή είναι αρχαιολόγος με πτυχίο και διδακτορικό από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει εξειδικευθεί στην εφαρμογή μεθόδων και τεχνικών από τις θετικές επιστήμες στην αρχαιολογία, και κυρίως στη διεπιστημονική μελέτη της αρχαίας κεραμικής. Κατείχε ερευνητικές θέσεις, ως υπότροφος, συνεργάτης ή επισκέπτρια, σε πανεπιστήμια και φορείς στην Ελλάδα (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ΙΣΤ΄Ε.Π.Κ.Α.), στη Μεγάλη Βρετανία (University College London, Πανεπιστήμια του Cambridge και του Sheffield), τη Βόρεια Αμερική (Πανεπιστήμιο του Cincinnati) και τη Μέση Ανατολή (UCL Qatar).
Από το 2001 και εξής, διευθύνει το εργαστήριο Fitch της Βρετανικής Σχολής Αθηνών, όπου έχει αναπτύξει νέες μεθοδολογικές προσεγγίσεις για τη μελέτη της αρχαίας τεχνολογίας με έμφαση στη μελέτη του τοπίου σε διάφορες κλίμακες για τη διερεύνηση ερωτημάτων που αφορούν κυρίως θέματα κινητικότητας και μετάδοσης τεχνολογικής γνώσης στον χώρο και το χρόνο. Από το 2020 τελεί χρέη Προέδρου μετά από ανοιχτή διαδικασία εκλογής στο Society of Archaeological Sciences (SAS).
Έχει συντονίσει και συνεργαστεί σε πολλά διεπιστημονικά ερευνητικά προγράμματα ενώ τα αποτελέσματα των ερευνών της είναι δημοσιευμένα σε κεφάλαια σε αυτοτελείς τόμους, πρακτικά συνεδρίων και σε άρθρα σε διεθνή περιοδικά. Η έρευνά της επικεντρώνεται στο Αιγαίο, από τη Νεολιθική και την εποχή του Χαλκού μέχρι και τη σύγχρονη περίοδο, αλλά και τις σχέσεις του Αιγαίου με την Ανατολία στην προϊστορία, τη Ρωμαϊκή Ιταλία, την Καρχηδονιακή Ισπανία και τη Βρετανία κατά τους πρώιμους μεσαιωνικούς χρόνους.
Η Ελένη Μανακίδου είναι καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας και Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Παράλληλα είναι συνδιευθύντρια της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη θέση Καραμπουρνάκι, Θεσσαλονίκης και διευθύντρια του Μουσείου Εκμαγείων του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας.
Τα ερευνητικά της ενδιαφέρονται επικεντρώνονται στην αρχαία ελληνική κεραμική (οργάνωση, λειτουργία και παραγωγή κεραμικών εργαστηρίων, κεραμική τεχνολογία, κεραμείς και αγγειογράφοι, τοπικά κεραμικά εργαστήρια, εμπόριο και διακίνηση αγγείων), ερμηνευτική και εικονογραφία (μυθολογία, λατρεία, σκηνές καθημερινής ζωής), την παρουσία και το ρόλο των γυναικών στην αρχαία ελληνική κοινωνία μέσα από τις παραστάσεις των μνημείων, αρχαία ελληνική θρησκεία και λατρευτικές πρακτικές (λατρείες θεών και ηρώων, πανελλήνια και τοπικά ιερά, εορτές, αναθήματα), οικισμοί και νεκροταφεία των ιστορικών χρόνων στη Μακεδονία.
Ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές του σπουδές το 1989 με ειδίκευση στην Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1996 ολοκλήρωσε τις διδακτορικές του σπουδές στο Ruprecht-Karls University of Heidelberg, με τίτλο διατριβής Das Tholosgrab E in der Nekropole von Phourni (Archanes). Studien zu einem nördlichen Außenposten der Mesara-Bestattungskultur.
Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την κοινωνική οργάνωση του μινωικού και μυκηναϊκού πολιτισμού με έμφαση στην κοινωνική ιεραρχία, την πολιτική οργάνωση, την οικονομία και τη θρησκεία. Παράλληλα, επικεντρώνεται στη μελέτη της αρχαιολογίας του τοπίου, της εικονογραφίας και των δικτύων που αναπτύχθηκαν τη 2η χιλιετία π.Χ. μεταξύ Αιγαίου και Μέσης Ανατολής.
Από τον Ιανουάριο του 2018 είναι ο επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού προγράμματος CRUMBEL project - Cremation, Urns and Mobility: Population Dynamics in BELgium, το οποίο χρηματοδοτείται από το Βελγικό ΕοS (Belgian Excellence of Science Program). Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τη μελέτη συλλογών καμένων οστών από το Βέλγιο, που χρονολογούνται από τη Νεολιθική εποχή μέχρι και το Μεσαίωνα και επικεντρώνεται στην κατανόηση της ταφικής πρακτικής της καύσης ανά τους αιώνες με έμφαση στην αναζήτηση μοτίβων που σχετίζονται με τις μετακινήσεις πληθυσμών. Από το Φεβρουάριο του 2021 είναι ο επιστημονικά υπεύθυνος του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος LUMIERE, με χρηματοδότηση ERC Starting Grant.
Έχει δημοσιεύσει πάνω από 70 εργασίες σε περιοδικά με κριτές, κεφάλαια και βιβλία και είναι ειδικός στην ταφονομία και τη μελέτη των μεταθανάτιων μεταβολών στον ανθρώπινο σκελετό. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στη διερεύνηση των θερμικών αλλοιώσεων που υφίσταται το ανθρώπινο σώμα μετά την επαφή του με τη φωτιά, και την κατανόηση του ταφικού εθιμοτυπικού που σχετίζεται με την ταφική πρακτική της καύσης.